- φιλαγρότις
- φιλαγρ-ότις, ιδος, ἡ,A = φιλαγρέτις, Orph.H.36.6.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
φιλαγρότις — ιδος, ἡ, Α φιλαγρέτις*. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + ἀγρότις, θηλ. τού ἀγρότης (ΙΙ) «κυνηγός» (< ἄγρα)] … Dictionary of Greek
φιλαγρότι — φιλαγρότις fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)